Τετάρτη 4 Μαΐου 2016

9.298 περιττοί δημόσιοι υπάλληλοι

9.298 περιττοί δημόσιοι υπάλληλοι

ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ
Γράφω αυτό το αρθρίδιο υπό την επήρρεια της πασχαλινής τελετουργίας: μια αέναη επανάληψη, μια απαράλλακτη παράδοση που συμβαδίζει με βάρβαρα έθιμα, σφαγές ζώων, διατροφικές υπερβολές – και πολιτικές επεμβάσεις. Για τους πιστούς, αυτή η τελετουργία σημαίνει «κάτι» – σ’ εμάς τους υπολοίπους υπενθυμίζει τον ρόλο της Εκκλησίας στην Ελλάδα, που παρά το πρόσφατο φιλανθρωπικό της έργο, παραμένει θεσμός πολιτικής συντήρησης και πολιτιστικής καθήλωσης.

Στην Ελλάδα οι χριστιανοί ορθόδοξοι ιερείς πληρώνονται από το κράτος: οι μισθοί τους προβλέπονται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες οι ιερείς πληρώνονται από το ποίμνιό τους, δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Και επειδή το κράτος είναι διαχωρισμένο από την Εκκλησία, σπανίως μπερδεύεται στα πόδια των κυβερνώντων – εξάλλου, η δυτική Εκκλησία έχει αποδεχτεί τη νεοτερικότητα, δεν είναι απολίθωμα όπως η ορθόδοξη. Να λοιπόν μια μεταρρύθμιση –όχι ένα απλό δημοσιονομικό «μέτρο»– που αναβάλλεται ξανά και ξανά: ο διαχωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος και η τροποποίηση του εργασιακού καθεστώτος των ιερέων.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται επιτέλους λόγος για τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων και για τις αποδοχές τους. Οι συμφωνίες με τους Ευρωπαίους επέβαλαν αναλυτική καταγραφή και αριθμητικό περιορισμό των μισθοδοτούμενων από το κράτος – αλλά η καταμέτρηση δεν ήταν εύκολη: υπάρχει πλήθος μισθωτών με «ειδική» εργασιακή σχέση, υπάρχουν προνομιακές κατηγορίες με έμμεσα έσοδα.

Μια κατηγορία μισθωτών για την οποία έχουμε ομιχλώδη εικόνα είναι οι ιερείς. Στο τέλος του 2010 υπήρχαν 10.368 διορισμένοι κληρικοί ενώ οι λεγόμενες οργανικές θέσεις έφταναν τις 8.300, είχαμε δηλαδή περίπου 2.000 εφεδρικούς ιερείς. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat του 2013 υπήρχαν 10.811 εκκλησιαστικοί δημόσιοι υπάλληλοι και 350 διοικητικοί που υπηρετούσαν ως γραμματείς ή οδηγοί μητροπολιτών. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι, εμείς οι πολίτες, και μάλιστα οι άθρησκοι, πληρώνουμε για σοφέρ μητροπολιτών.

Στον λογαριασμό προστίθενται άτομα που εργάζονται σε εκκλησιαστικά ιδρύματα και συμπεριλαμβάνονται στο μισθολόγιο του δημοσίου καθώς και αποσπασμένοι κληρικοί σε μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο εξωτερικό, σε ιεραποστολές στην Αφρική και σε μοναστήρια. Αναφέρονται ακόμα ορθόδοξοι κληρικοί από εκκλησίες του εξωτερικού που σπουδάζουν στην Ελλάδα και πληρώνονται από το ελληνικό κράτος. Ο αριθμός των παραπάνω παραμένει συγκεχυμένος.

Οι μισθοί των ιερέων ήταν σε σχετικά υψηλά επίπεδα σε σχέση με τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους και συνεχίζουν να είναι ικανοποιητικοί παρά τις περικοπές. Ωστόσο, όπως όλοι ξέρουμε, οι κληρικοί αμείβονται, παρανόμως, από την τέλεση γάμων, βαφτίσεων, τρισάγιων κι άλλων τελετών και «μυστηρίων». Τα χρήματα που δίνουν οι πιστοί δεν φορολογούνται – συχνά μάλιστα είναι αποτέλεσμα ψυχικού εκβιασμού. Ο κρατικός έλεγχος στο παγκάρι των ναών –από δωρεές, από λιτανείες με λείψανα αγίων και εικόνων– δεν είναι μόνο ανύπαρκτος· αποτελεί ταμπού.

Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιος οφείλει να επιβαρύνεται με τη μισθοδοσία των κληρικών και τη συντήρηση των ναών: μέχρι το 1945 οι ιερείς αμείβονταν από τη λεγόμενη εισφορά των ενοριτών, δηλαδή των χρηστών του κάθε ναού. Εδώ πρέπει να μας προβληματίσουν δύο ζητήματα: πρώτον, αν η λειτουργία της Εκκλησίας πρέπει να είναι μέλημα των πιστών –όχι του «κράτους», όχι των αθρήσκων– και δεύτερον, μήπως στην Ελλάδα έχουμε υπερβολικό αριθμό ναών και ιερέων.

Στο περιβάλλον της κρίσης, πολλοί αγωνίζονται για το δημοσιοϋπαλληλικό βόλεμα: οι υποψηφιότητες για θέσεις ιερέων έχουν υπερτριπλασιαστεί. Παπάς μπορεί να γίνει όποιος έχει αποφοιτήσει από Εκκλησιαστική Ακαδημία καθώς και όποιος απόφοιτος ΑΕΙ ακολουθήσει τα μαθήματα της Εκκλησίας και περάσει τις συνεντεύξεις. Δεν είναι δύσκολο: αρκεί να πείσεις ότι πιστεύεις, ότι έχεις αγνές προθέσεις.

Σήμερα, μετά από κάποιες μικροπροσαρμογές, οι Έλληνες φορολογούμενοι πληρώνουν τους μισθούς 9.298 παπάδων που έχουν δύο εργοδότες, τον Παντοδύναμο και το ελληνικό δημόσιο. Μου φαίνεται σκανδαλώδες αλλά βεβαίως δεν είναι το μοναδικό σκανδαλώδες: το ελληνικό κράτος απασχολεί περισσότερους μουσικούς (434), απ’ ότι ερευνητές/ειδικούς επιστήμονες (405), ενώ υπάρχουν 13.000 δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι εμπίπτουν στην παράδοξη κατηγορία «Δεν έχει οριστεί κατηγορία προσωπικού». Ποιοι είναι και τι ακριβώς κάνουν αυτοί οι άνθρωποι;

Το καλό νέο για τον κ. Καμμένο, αλλά όχι για μας τους υπόλοιπους, είναι ότι το άθροισμα στρατιωτικών και στελεχών σωμάτων ασφαλείας είναι πολύ υψηλότερο από το άθροισμα των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης, στο δημόσιο φαίνεται να απασχολούνται 106 δημοσιογράφοι και 336 εκκλησιαστικοί υπάλληλοι. Ποια είναι η αποστολή αυτών των εκκλησιαστικών υπαλλήλων; Δεν μπορώ να φανταστώ επειδή είμαι δεν έχω ιδέα από θρησκευτικά; Ή μήπως επειδή η λέξη «γραφέας» δεν λέει πολλά πράγματα;

Συνεχίζω τους υπολογισμούς: η μισθοδοσία των κληρικών κοστίζει στο δημόσιο ταμείο 225.000.000 ευρώ ετησίως, ενώ υπάρχει σύγχυση για το πώς φορολείται η «μεγάλη ακίνητη περιουσία» και οι εμπορικές δραστηριότητες της Εκκλησίας. Οι νόμοι αλληλοαναιρούνται, το αποτέλεσμα όμως είναι η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση της Εκκλησίας – η οποία, όπως σχεδοί όλοι οι ελληνικοί θεσμοί, αποτυγχάνει να διαχειριστεί την ίδια της την περιουσία.

Δεν θα μπω εδώ στη συζήτηση «καλοί ιερείς, κακοί ιερείς» – δεν είναι αυτό το θέμα. Το θέμα είναι πράγματι ηθικής φύσεως, αλλά σε επίπεδο κράτους και πολιτισμού: η Εκκλησία πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί από το κράτος και το κράτος από την Εκκλησία· έχουμε καθυστερήσει υπερβολικά. Το θέαμα του μητροπολίτη Αμβροσίου είναι απαράδεκτο για τον πολιτισμένο κόσμο. Η Εκκλησία οφείλει να συνεργαστεί και να αποφασίσει τη σχέση της με την πραγματικότητα: διαρκώς ζητεί παρατάσεις και αναβολές από την ίδια την ιστορία· διαπραγματεύεται με τις κυβερνήσεις της στασιμότητά της και έτσι παρατείνει την παρακμή και τον σκοταδισμό. Αν η Εκκλησία διαχωριστεί από το κράτος θα υποχρεωθεί σε μια πνευματική σοβαρότητα και σε έναν δρόμο με αυτάρκεια και αυτοπεποίθηση. Ταυτοχρόνως θα αφήσει τις κυβερνήσεις να κάνουν μια δουλειά εκσυγχρονισμού: αποτέφρωση, σύμφωνα συμβίωσης, αναπροσαρμογή του μαθήματος των θρησκευτικών στο σχολείο και τα λοιπά.

Η άκρα συντήρηση και η Εκκλησία εμποδίζουν οποιαδήποτε εξέλιξη: πρόκειται για ένα πολύ σκληρό κατεστημένο που συνυπάρχει με το αριστερό κατεστημένο. Το αποτέλεσμα είναι ότι παραμένουμε συμπαγείς και ασάλευτοι όπως όλες οι ορθόδοξες κοινωνίες· για μας το καινούργιο είναι διαβολικό: η οντολογική αλήθεια φαίνεται ότι έχει επισφραγιστεί με την 7η Οικουμενική Σύνοδο του 787. Πρώιμος Μεσαίωνας... Από τότε, αν και έχει σημειωθεί ιλιγγιώδης πρόοδος στην κοινωνία, δεν έχει σημειωθεί καμιά πρόοδος στην Εκκλησία.

Δεν θέλω να προσβάλω κανέναν, ούτε να εκβάλω αντικληρικό λογύδριο – αντιστέκομαι στον πειρασμό. Μπορώ να αραδιάσω πλήθος περιστατικά μισαλλοδοξίας και ανοησίας: αλλά όλοι οι οργανισμοί έχουν τους φανατικούς τους – όλοι, σχεδόν όλοι, έχουν στις γραμμές τους σοβαρά και έντιμα στοιχεία. Η Εκκλησία βρίσκεται στα βάθη της ψυχής των Ελλήνων και ο ρόλος της εξασφαλίζεται από το Σύνταγμα, όπως συμβαίνει με το Ισλάμ στις ισλαμικές χώρες. Αν το Σύνταγμα αλλάξει, ίσως εξελιχθεί και η ψυχή, η άρρωστη ψυχή, στην οποία είμαστε τόσο αυτάρεσκα προσκολλημένοι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου