Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Περί κηρύξεων και αποκηρύξεων

Περί κηρύξεων και αποκηρύξεων

Του Αριστείδη Μπαλτά
Για να αντιμετωπιστούν, έστω στοιχειωδώς συγχύσεις.
Που καλλιεργούνται είτε σκόπιμα είτε από άγνοια.
Κατά το δυνατόν ξερά και κατά δύναμιν αντικειμενικά.

Ο αρχαιολογικός νόμος αναφέρει ρητά ότι πριν από την έγκριση χωρικών ρυθμίσεων, όπως είναι το Σχέδιο Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (ΣΟΑ) του Ελληνικού, το επουργείο Πολιτισμού οφείλει να εξετάζει και όπου πρέπει να προχωρεί στην κήρυξη - οριοθέτηση αρχαιολογικών χώρων. Αυτό δεν σημαίνει αδόμητη ζώνη ούτε συνεπάγεται κάποιο περιορισμό της δόμησης. Το ζήτημα των αρχαιολογικών ζωνών είναι άλλο θέμα. Η εν λόγω κήρυξη αποτελεί απλώς τη θεσμική γνωστοποίηση από την πλευρά της Πολιτείας μιας περιοχής όπου έχουν εντοπιστεί αρχαιότητες ή έχουν αναφυεί επαρκείς ενδείξεις για την ύπαρξη αρχαιοτήτων. Ώστε κατά την εκτέλεση έργων και δραστηριοτήτων εντός αυτής της περιοχής, να λαμβάνονται οι σχετικές μέριμνες.

Η κήρυξη - οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου έχει τις παρακάτω συνέπειες.
Πρώτη συνέπεια είναι ότι εντός των κηρυγμένων - οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων αυξάνεται η γραφειοκρατία, καθώς η τελική έγκριση κάθε έργου ή δραστηριότητας εντός του χώρου προϋποθέτει γνωμοδότηση συμβουλίου (του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) ή Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων κατά περίπτωση). Η λυσιτελής αντιμετώπιση αυτής της "βαριάς" διαδικασίας έχει ήδη προταθεί με συγκεκριμένο τρόπο (βλ. https://www.vouliwatch.gr/wp-content/uploads/2017/03/document_unit.pdf σσ.45-46).

Δεύτερη συνέπεια είναι η υποχρεωτική παρακολούθηση των εργασιών από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Δεδομένων των πολλών και πολύπλοκων έργων στα οποία έχει εμπλακεί με επιτυχία, η εν λόγω υπηρεσία διαθέτει επαρκέστατη τεχνογνωσία και ανταποκρίνεται πλήρως. Πράγμα που έχουμε διαπιστώσει πολλές φορές και τελευταία. Πώς φτιάχτηκαν το μετρό ή το Μουσείο της Ακρόπολης στον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο της Αθήνας;

Ως τρίτη συνέπεια μπορεί να θεωρηθεί το ότι επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική αποτίμηση μιας περιοχής που κηρύσσεται ως αρχαιολογικός χώρος λόγω του αυξημένου "ρίσκου" να υπάρχουν αρχαιότητες. Ωστόσο, το συνεπαγόμενο κόστος δεν προκύπτει από την κήρυξη - οριοθέτηση, αλλά από την ίδια την ύπαρξη αρχαιοτήτων. Το κόστος αυτό είναι άλλωστε ισοδύναμο με το κόστος που θα προέκυπτε από την εύρεση αρχαιοτήτων σε μη κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους.

Με δυο λόγια, η Πολιτεία οφείλει, μέσω της κήρυξης - οριοθέτησης, να γνωστοποιεί θεσμικά αυτό το αυξημένο «ρίσκο» όπου και σε όποια έκταση έχουν αναδειχθεί επαρκή τεκμήρια, ώστε να υπάρχουν διαφάνεια και πλήρης θεσμική ενημέρωση όλων των μερών κατά τις μεταξύ τους συναλλαγές. Στην περίπτωση του Ελληνικού, η ύπαρξη αρχαιοτήτων και οι ενδείξεις για αρχαιότητες είχαν επισημανθεί από την Αρχαιολογική Υπηρεσία ήδη από το 2014. Και επειδή είναι μάλλον αδύνατο ο επενδυτής του Ελληνικού να μην είχε τη σχετική πληροφορία, δικαίως εικάζεται πως έχει εγγράψει το «κόστος» του αρχαιολογικού «ρίσκου» στην προσφορά του.

Αντίστροφα, η αποκήρυξη των τεκμηρίων που στηρίζουν το αρχαιολογικό ενδιαφέρον μιας περιοχής έχει τις παρακάτω συνέπειες.

Πρώτη συνέπεια είναι ότι η αντίστοιχη επένδυση θα εκτεθεί στον κίνδυνο να μπλοκαριστεί αν γίνει προσφυγή στο ΣτΕ για μη τήρηση του αρχαιολογικού νόμου. Είπαμε ότι, εν όψει χωρικών ρυθμίσεων όπως το ΣΟΑ του Ελληνικού, ο νόμος προβλέπει ρητά την εξέταση της κήρυξης - οριοθέτησης αρχαιολογικών χώρων.

Δεύτερη συνέπεια είναι ότι, σε περίπτωση εντοπισμού αρχαιοτήτων, το Δημόσιο θα εκτεθεί στον κίνδυνο να στραφούν εναντίον του μελλοντικοί τρίτοι ενδιαφερόμενοι, με το επιχείρημα ότι το ΥΠΠΟ δεν γνωστοποίησε θεσμικά τις περιοχές με αρχαιότητες ή με επαρκείς ενδείξεις για αρχαιότητες ως όφειλε βάσει του αρχαιολογικού νόμου.

Τελική συνέπεια είναι ότι η κυβέρνηση, η όποια κυβέρνηση, θα στιγματιστεί ότι δεν εφάρμοσε τον αρχαιολογικό νόμο για την εξυπηρέτηση συμφερόντων. Θα ανοίξει δε ο ασκός του Αιόλου, αφού κάθε ενδιαφερόμενος θα πιέζει για την αντίστοιχη ειδική μεταχείριση.

Δηλαδή χάος. Το χάος που προσπάθησαν και εν πολλοίς κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά οι αρχαιολόγοι τα τελευταία 150 χρόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου