Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

Οι δύσκολοι οκτώ μήνες έως την «έξοδο»

Οι δύσκολοι οκτώ μήνες έως την «έξοδο»

Η νέα χρονιά είναι ήδη εγγεγραμμένη στο ελληνικό και ευρωπαϊκό ημερολόγιο ως η χρονιά της «εξόδου». Το τέλος της μεγάλης ελληνικής περιπέτειας αποτελεί ειλημμένη και δεδηλωμένη απόφαση τόσο για την Αθήνα όσο και για την Ευρώπη και μόνον δραματικές, εξωγενείς ανατροπές θα μπορούσαν μεταβάλουν αυτήν την πορεία.

Η μορφή όμως που θα έχει αυτό το τέλος δεν είναι ούτε δεδομένη, ούτε προαποφασισμένη. Και οι οκτώ μήνες που ξεκινούν μετά την 22α Ιανουαρίου έως τον Αύγουστο του 2018 συνιστούν μια περίοδο υψηλών πολιτικών προκλήσεων και διλημμάτων για την ελληνική κυβέρνηση. Η 22α Ιανουαρίου, ημερομηνία κατά την οποία θα κλείσει πλην απροόπτου και πολιτικά η τρίτη αξιολόγηση στο Eurogroup, καθίσταται ντε φάκτο η αφετηρία της τελικής διαπραγμάτευσης για τους όρους εξόδου της Ελλάδας από το Μνημόνιο και την μετα-μνηνονιακή σχέση της χώρας με τους εταίρους και δανειστές.


«Η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, που είναι στο τελικό στάδιο, θα αποτελεί την αρχή των συζητήσεων για τον μεταμνημονιακό ορίζοντα», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο εκπρόσωπος του προέδρου της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχινάς, επιβεβαιώνοντας και το πλαίσιο που θέτουν οι ίδιοι οι ευρωπαίοι ως προς την διαχείριση της τελικής φάσης του ελληνικού ζητήματος.

Η Κομισιόν και ο Ντράγκι

Σ’ αυτές τις συζητήσεις το μείζον διακύβευμα και ζητούμενο θα είναι ο βαθμός «καθαρότητας» της εξόδου - ήτοι, το εάν το τέλος του προγράμματος θα σημάνει και το τέλος της επιτροπείας και της λιτότητας ή εάν θα συνοδεύεται από μιας νέας μορφής επιτροπεία και παράταση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων.

Από την ελληνική κυβέρνηση η λεγόμενη «καθαρή» έξοδος έχει αναδειχθεί σε κορυφαίο πολιτικό και εθνικό στόχο. Με τον δε όρο «καθαρή», όπως διευκρινίζουν κυβερνητικές πηγές, υποδεικνύεται ουσιαστικά το περίφημο μοντέλο της Πορτογαλίας, δηλαδή η έξοδος από το πρόγραμμα χωρίς καμία περαιτέρω προληπτική χρηματοδότηση και με μια ήπια εποπτεία στο πλαίσιο της ίδιας πρακτικής που ίσχυσε για όλες τις μνημονιακές χώρες της ευρωζώνης.

Πρόκειται όμως για έναν στόχο που δεν τον συμμερίζονται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, όλες οι πλευρές των δανειστών. Πιο κοντά στις ελληνικές θέσεις φαίνεται να βρίσκεται η Κομισιόν, έστω κι εάν δεν αναφέρεται σε «καθαρή» αλλά σε μια «υβριδική» μορφή εξόδου χωρίς πάντως νέα χρηματοδότηση. Πολύ πιο επιφυλακτική εμφανίζεται η ΕΚΤ σύμφωνα με την τελευταία τοποθέτηση του επικεφαλής της Μάριο Ντράγκι, ο οποίος είπε πως η Ελλάδα είναι εκείνη που θα επιλέξει εάν θέλει ή όχι 4ο Μνημόνιο. Εάν θεωρηθεί, δε, πως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας πέραν των προσωπικών του πολιτικών φιλοδοξιών εκφράζει και τις απόψεις Ντράγκι, τότε η ΕΚΤ μπορεί να είναι εκείνη που θα ταχθεί υπέρ της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής – δηλαδή, της εξόδου με μια νέα χρηματοδότηση «ασφαλείας» κι ένα νέο «μίνι Μνημόνιο» εποπτείας.

Το ΔΝΤ και η Γερμανία

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, συναρτά κάθε κίνηση και τοποθέτησή του με τις αποφάσεις που θα ληφθούν για την ελάφρυνση του χρέους. Και από ευρωπαϊκής πλευρά εξακολουθεί να λείπει από το παζλ ο πλέον καθοριστικός ίσως παράγοντας – εκείνος της Γερμανίας. Όπως επισημαίνεται, δε, και από κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα η διαμόρφωση της γερμανικής θέσης θα εξαρτηθεί από την έκβαση των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης στο Βερολίνο. Εάν οι σοσιαλδημοκράτες συμφωνήσουν τελικά να μετάσχουν σε μεγάλο συνασπισμό με την Μέρκελ, κι εάν ακόμη περισσότερο πάρουν και το υπουργείο Οικονομικών, τότε η Αθήνα μπορεί να ελπίζει βασίμως σε περαιτέρω ώθηση του σεναρίου της «καθαρής» εξόδου. Εάν όχι, τότε η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω.

Το όχι θετικό στοιχείο για την ελληνική πλευρά είναι πως τόσο το γερμανικό πολιτικό τοπίο όσο και η θέση του ΔΝΤ δεν αναμένεται να ξεκαθαρίσουν πριν από την άνοιξη. Και τούτο σημαίνει πως ο πυρήνας των διαπραγματεύσεων για την μεταμνημονιακή Ελλάδα θα συμπυκνωθεί σε ένα πιεστικό και θερμό τρίμηνο έως τον Ιούνιο του 2018.

Οι έξοδοι στις αγορές

Εως τότε η ελληνική πλευρά θα πρέπει να έχει κάνει τουλάχιστον μία ακόμη επιτυχή έξοδο στις αγορές – με στόχο, σύμφωνα με πηγές της αγοράς ένα επιτόκιο κοντά στο 3,5% - και να έχει υλοποιηθεί η κυβερνητική πρόβλεψη για αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους τουλάχιστον κατά δύο μονάδες.

Πρόκειται για προοπτικές ρεαλιστικές με βάση τα ισχύοντα δεδομένα, και κυρίως μετά την μεγάλη αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων, που αν μη τι άλλο θα καθιστούσαν μαχητές τις επιφυλάξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Πρόκειται ωστόσο και για παραμέτρους που δεν καθιστούν από μόνες τους δεδομένη την έκβαση της διαπραγμάτευσης, ούτε αίρουν τον υψηλό βαθμό δυσκολίας που εμπεριέχουν οι, οικονομικές και πολιτικές, προκλήσεις του επόμενου οκταμήνου…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου